O κ. Παπάκος εξέθεσε αναλυτικά τα προβλήματα του δικηγορικού κλάδου στον βουλευτή.
Ο Ανδρέας Ριζούλης άκουσε τα αιτήματα και δεσμεύτηκε να τα μεταφέρει στην κυβέρνηση, διαπιστώνοντας ότι το σχέδιο νόμου του ασφαλιστικού χρειάζεται διορθώσεις.
Όπως δήλωσε ο κ. Ριζούλης «Στο Κόκκινο Πάτρας 107,7», «έγινε η συνάντηση με τον πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου, τον κ. Παπάκο και συζητήσαμε τα αιτήματα των δικηγόρων. Απ’ τη μια μεριά η Κυβέρνηση φέρνει ένα ασφαλιστικό νομοσχέδιο το οποίο έχει μια μεροληψία και πρέπει να υπάρξει μια βελτίωση.
Υπάρχει μια επιβάρυνση υπέρμετρη πάνω από τα 12.000 ευρώ και αυτό πρέπει να διορθωθεί. Συμφωνήσαμε στις βελτιώσεις και γι’ αυτό υπάρχει πίεση από την κοινοβουλευτική ομάδα.
Ήδη έχουν γίνει κάποιες συναντήσεις και με τον κ. Αλεξιάδη. Αφού τελειώσουμε με το θέμα των αγροτών, η Κυβέρνηση θα καταθέσει ολοκληρωμένο το σχέδιο. Στο αίτημα του να έχουμε περισσότερα ταμεία, υπάρχουν τέτοιες σκέψεις από την Κυβέρνηση. Νομίζω ότι η κατεύθυνση των τριών ταμείων είναι η καλύτερη λύση».
Για να συμπληρώσει, «το άλλο ζήτημα που συζητήσαμε με τον κ. Παπάγο, έχει να κάνει με το αίτημα των δικηγόρων, να μην είναι αποκλεισμένοι από το Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών της δημόσιας διοίκησης. Σε αυτό έχουν δίκιο οι δικηγόροι και συμφωνήσαμε στο ότι και λόγω των γνώσεων τους, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σ’ αυτές τις θέσεις. Ήδη έχω κάνει πρόταση επί αυτού και πιστεύω ότι θα έχουμε μια θετική εξέλιξη. Οι δικηγόροι θεωρούνται σε μεγάλο βαθμό άλλωστε, δημόσιοι λειτουργοί. Πιστεύω ότι σύντομα θα λυθεί αυτό το ζήτημα».
Ο κ. Ριζούλης αναφέρθηκε και στις κινητοποιήσεις και τα αιτήματα των αγροτών, λέγοντας χαρακτηριστικά, «με τους αγρότες τα πράγματα οδηγούν στο διάλογο. Υπάρχει και ένα πρόβλημα στο ότι δεν υπάρχει συντονισμένο συνδικαλιστικό αγροτικό κίνημα και κατά περίπτωση τα διάφορα μπλόκα, αντικαθιστούν ουσιαστικά τη συντονισμένη δράση των αγροτών».
Ενώ αναφέρθηκε και στη διχογνωμία που υπάρχει στα αιτήματα των αγροτών, «ένας αγρότης έλεγε ότι θέλουμε δώδεκα χιλιάδες ευρώ αφορολόγητο για όλη την οικογένεια και ένας άλλος ζήταγε δώδεκα χιλιάδες ευρώ αφορολόγητο για κάθε μέλος της οικογένειας ξεχωριστά».